Παραπάνω από εφτά χρόνια έχουν περάσει όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια οικονομικής κρίσης στα μέρη μας. Στην αρχή πολλές εταιρείες ανακοίνωσαν στους εργαζομένους τους ότι οι υπερωρίες τους δεν θα πληρώνονται στο εξής. Ως αντιστάθμισμα, εξήγησαν πως θα ενθάρρυναν την μη εργασία μετά τη λήξη του κανονικού ωραρίου τους. Ανέφεραν πως σε περιπτώσεις που το επιτρέπει η δουλειά και τα projects που τρέχουν, θα γίνεται εισήγηση για να πληρώνονται οι υπερωρίες. Η συνέχεια περίπου τα διέψευσε όλα αυτά. Δεκάδες ώρες απλήρωτων υπερωριών -πώς να μην γίνουν όταν δεν το επιτρέπουν οι ανάγκες μίας δυναμικής αγοράς, γρήγορα αναπτυσσόμενης; Λίγες οι εξαιρέσεις συμφωνημένων πληρωμένων υπερωριών εκ των προτέρων.
Πριν προχωρήσω, ας ξεκαθαρίσω με ένα απλό μα απαραίτητο συλλογισμό. Είμαι πολύ ευχαριστημένος από τη δουλειά μου στον ιδιωτικό τομέα, αγαπώ τη δουλειά μου που μου δίνει ψωμί χρόνια τώρα, να ζω και να απολαμβάνω, το εκτιμώ αρκούντως και δεν παραπονιέμαι. Αυτό δεν είναι ούτε λιβανιστήρι στους από πάνω ούτε τάχα φόβος αν είμαι αληθινός στις σκέψεις και τις εκφράσεις μου. Απλά θαρρώ πως και η κριτική κάποτε σε μερικά κακώς κείμενα της εργασίας μπορεί να είναι χρήσιμη, όταν έχει αιτιολογίες αλλιώς καταντά σκέτος κλαυθμός. Σπάνια ασχολήθηκα με τα συνδικαλιστικά των εργαζομένων. Δεν είναι λόγω αδιαφορίας για την καθημερινότητα αλλά περισσότερο επειδή δεν μπορούσα να ταυτιστώ εξ ολοκλήρου με τις παρατάξεις, να δηλώσω πιστός στις κατευθυντήριες γραμμές τους. Αλλά εδώ που έχει φτάσει ο κόμπος στο χτένι, όπως και σε παρόμοιες περιπτώσεις στο παρελθόν, δεν χωρούν αποστασιοποιήσεις. Η στοιχειώδης ευαισθησία αξιώνει τη συμμετοχή στις αποφάσεις και τις δράσεις τους.Τα επόμενα έτη, μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα τέθηκαν στο τραπέζι, με πρώτο το έτος συνταξιοδότησης και τα ασφαλιστικά ταμεία. Σιωπηρά, οι εισφορές στην ασφάλιση αυξάνονται και τα χρόνια εργασίας το ίδιο. Και ας λένε πως δεν έχει ανοίξει ακόμα η υπόθεση. Απεργίες και διαμαρτυρίες, δυναμική αντίσταση, πόσο καλύτερη; Φαίνεται πως τα πράγματα δυσκολεύουν.
Μια επόμενη κίνηση ήταν οι εθελούσιες έξοδοι από την εργασία, δηλαδή απολύσεις πιο κυριλέ, με κάποια ίσως παραπάνω χρήματα από τις νόμιμες αποζημιώσεις. Κύρια αιτία; το παγκόσμιο λέει περιβάλλον και το χαμηλότερο κόστος παραγωγής στις χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Έγινε και αυτό σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Το περάσαμε, πάμ’ παρακάτω.
Ας σημειώσω εδώ πως, χρόνο με το χρόνο, οι αυξήσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα που ήταν κάπως παραπάνω από τα minimum των μισθολογικών κλιμάκων, βρίσκονταν τόσο κοντά στο μηδέν (και πάντως παρακάτω από τον πραγματικό πληθωρισμό), που η πληθώρα των εργαζομένων παρακαλούσε και προσέβλεπε στις διαιτησίες για την διαμόρφωση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας μπας και πάρει κανένα ψίχουλο παραπάνω. Σε όλα αυτά τα χρόνια οι εργαζόμενοι ήταν τόσο συνεπείς στο καθήκον τους με αποτέλεσμα οι βιομηχανίες και οι υπηρεσίες να εγκαθιδρύονται και να νιώθουν στιβαρές στο εγχώριο και διεθνές επιχειρηματικό πεδίο. Να ανακοινώνουν κύκλους εργασιών και κέρδη με πολλά μηδενικά στην κατάληξή τους.
Και ας φτάσουμε στο τελευταίο περιστατικό με την παγκόσμια οικονομική κρίση των τραπεζών. Η κατακλείδα: Οι εταιρείες ανακοινώνουν ανοιχτά και στα ίσια απολύσεις εργαζομένων. Χωρίς αισχύνη κι ευαισθησία, στεγνά, χωρίς ίχνος στυλ κι ευγένειας. Και ιδού το φιλοσοφικό ερώτημα. Και τι κάνει εδώ ο εργαζόμενος; Μία απάντηση θα ήταν ο καθένας να κοιτάει τους διπλανούς του και να σκέφτεται: «όχι δεν είμαι εγώ, είμαι καλύτερος» ή «μπα, εγώ δεν κινδυνεύω, ας δουλέψω μόνο, για αυτό και βρίσκομαι εδώ». Ή ακόμα να ψάχνει για κάτι άλλο, για μία νέα εργασία μακριά από αυτούς τους μπαμπούλες που μας απειλούν κάθε τρεις και λίγο. Και περίπου απαθής, λέω εγώ, να αφήσει την ροή των πραγμάτων να συνεχίσει. Υπάρχει και εκείνη η κατηγορία των αθεράπευτων φιλελεύθερων απόψεων που πιστεύει στις απολύσεις για την τόνωση του ανταγωνισμού. Μερικοί περίπου υιοθετούν την ξύλινη ατάκα ‘πλεονάζον προσωπικό’.
Η άλλη λύση βέβαια είναι μία και πολύ απλή: Απεργία. Δοκιμασμένη, πιστοποιημένη, μεστή, ευγενική, τίμια, κοινωνική, συναδελφική, πλήρως αιτιολογημένη. Και το πιο συχνό, ιδιαιτέρως αποτελεσματική. Όσο και αν δεν ασχολήθηκα μικρός με καταλήψεις, σχολικές και φοιτητικές διαμαρτυρίες και άλλα ‘επαναστατικά’, ένας αστός φιλήσυχος ήμουν, ψιλοσυντηρητικός, εδώ δεν χωρούν αστεϊσμοί. Η ελάχιστη αξιοπρέπεια, ο σεβασμός στον εαυτό μας και στα συν-αδέλφια μας (αυτή είναι η ετυμολογία της λέξης, μην ξεχνιόμαστε) απαιτούν συμμετοχή σε μία τέτοια δράση: την απεργία.
Με την άδεια του συναδέλφου μου ξεπατικώνω κάποια λόγια από την ανακοίνωση της παράταξής του που μου άρεσαν:
ΓΙΑΤΙ ΑΠΕΡΓΟΥΜΕ
Γιατί επιµένουµε να υπερασπιζόµαστε το αύριο τούτης της χώρας, την ίδια
στιγµή που οι παραγωγικές της δυνατότητες εξοντώνονται, από
εκείνους που χρόνια τώρα προωθηθούν το µοντέλο του ανεξέλεγκτου
οργίου των παρασιτικών δραστηριοτήτων στην οικονοµία.
Γιατί επιµένουµε να υπερασπιζόµαστε το µέλλον της κοινωνίας µας, την ίδια
στιγµή που ετοιµάζονται να πατήσουν πάνω στο πτώµα της, για να
ξεπεράσουν την δική τους κρίση.
Γιατί, µέσα σε αυτή την κατάσταση, εµείς επιµένουµε να υπερασπιζόµαστε το
δικαίωµά µας σε µια αξιοπρεπή ζωή.
ΥΓ: Περί εργασίας και Πολιτισμού:
Είχα ακούσει πριν τρία χρόνια όταν κάποιος υποτιθέμενος επώνυμος φιλότεχνος και πολιτισμένος (γαμώ την επιστήμη μου) είπε για την ανάληψη πολιτιστικών εκδηλώσεων από την πόλη:
«Η πόλη σας είναι πράγματι σήμερα ένα πολιτιστικό κέντρο ενώ κάποτε η περιοχή ήταν γεμάτη από εργοστάσια και βιομηχανίες.»
Πως τα λες Καραγκιοζάκο. Αν δεν παράγει πολιτισμό η ζωντανή εργασία, ποιος τον παράγει; (Φίλοι μου, εδώ δεν έχει ανακωχές με τον καθωσπρεπισμό και τις συμβάσεις. Κάποια πράγματα πρέπει να λέγονται έτσι ακριβώς).